- κουτσουπιά
- Φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δέντρο της οικογένειας των φαβιδών (δικοτυλήδονα). Η επιστημονική ονομασία του είναι Cercis siliquastrum. Πρόκειται για πολυετές φυτό με αργή ανάπτυξη, που φθάνει σε ύψος τα 5-9 μ. Έχει ανώμαλη και αραιή κώμη, με κυρτές διακλαδώσεις και μαύρο φλοιό με λεπτές σχισμές. Τα φύλλα του είναι κατ’ εναλλαγή, καρδιοειδή, ακέραια και έμμισχα και τα άνθη του ρόδινα-μοβ, εμφανιζόμενα κατά τον Απρίλιο-Μάιο, προτού φανούν τα φύλλα. Η ανθοφορία είναι τόσο άφθονη ώστε καλύπτει σχεδόν τελείως τους μικρούς κλάδους και πολλά τμήματα των βραχιόνων, ακόμα και του κορμού. Οι καρποί είναι χέδροπες, καστανοκόκκινου χρώματος, λείοι και κρεμαστοί, με 10-14 ωοειδή μαύρα σπέρματα ο καθένας, οι οποίοι διατηρούνται στο δέντρο και για ορισμένο διάστημα τον χειμώνα. Η κ. παράγει ένα πολύ απαλό άρωμα. Αποτελεί φυτό της ελληνικής χλωρίδας και αυτοφύεται στην κατώτερη ζώνη των αείφυλλων πλατύφυλλων.
Χάρη στο ωραίο του φύλλωμα και στην πλούσια ανθοφορία του, θεωρείται εξαιρετικό καλλωπιστικό δέντρο, γι’ αυτό και φυτεύεται στους κήπους, στα πάρκα, στις πλατείες και στις δεντροστοιχίες. Έχει καλής ποιότητας ξύλο, το οποίο χρησιμοποιείται στην τορνευτική. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο. Υπάρχει και ποικιλία κ. με λευκά άνθη.
Κουτσουπιά στον Εθνικό Κήπο της Αθήνας.
* * *η [κούτσουπο]άλλη κοινή ονομασία τής χαρουπιάς.
Dictionary of Greek. 2013.